Η Μυροβόλος
Θυμάμαι πριν καμιά δεκαετία και βάλε ένα βράδυ που κατέληξε η παρέα στο Αλλομπάρ στη Δευκαλιώνος.
Και κάπου εκεί μέσα στους καπνούς και στην λήθη του αλκοόλ στο στενό χώρο ανάμεσα στο μπαρ και τον dj, άκουσα για πρώτη φορά στην ζωή μου τους χειμερινούς κολυμβητές. "Δεν υπάρχει πιο αισθαντική μουσική από αυτή είχε πει ο sparky". Τσίτωσα τα αυτιά μου όσο περισσότερο μπορούσα και έκλεισα τα μάτια μου για να αφοσιωθώ στην μπάσα φωνή του Μπακιρτζή.
"Συχνάζεις στο μικρό καφέ και γω στην Μυροβόλο..Έτσι που όσο και αν θέλουμε ποτές δεν θα ιδωθούμε.."
Ένας στίχος που περιέγραφε με ακρίβεια και λιτότητα την διαφορά δύο κόσμων αλλά και τη φρούδα ελπίδα μια συνάντησης σε κάποιο μελλοντικό σούρουπο.
Τις επόμενες μέρες το άκουσα ξανά και ξανά και ξανά με εκείνη την ευλάβεια που νιώθεις όταν ανακαλύπτεις κάτι το τόσο μαγικό και διαφορετικό από το είναι σου.
Αρπίλιος του 2019 και το τηλέφωνο χτυπάει ένα μεσημέρι για μια νέα δουλειά, για ένα νέο ξεκίνημα σε μια νέα πόλη. Δύό μέρες μετά βρισκόμουν ήδη στη γειτονιά της Μυροβόλου και εκείνης της μοναδικής μουσικής αισθαντικότητας.
Παράξενη λέω η ζωή.. Από κει που έχεις προγραμματίσει σχεδόν τα πάντα γίνετε κάτι και έρχονται τα πάνω κάτω.. Το είχα ξαναζήσει το απρόοπτο ένα Μάρτη, μα όχι έτσι.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου